Τριψιάνα:

Τριμμένο ψωμί σε γάλα, ή σε φαγητό λαδερό, ή σαλάτα.

Σκ΄θκα του προυί, ιέφαγα μια τριψάνα κι κίν’σα κατ’ του χουράφ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!