Πώς σε καλοδέχτηκαν (τι σου πρόσφεραν) εκεί πού πήγες ;
Τι σι καλοσκέρ’σαν ικεί απ’ πήγις; σ’ όβγαλαν τίποτας κανά γκυκό,σ’ όδωσαν κανά ποτήρ’ νερό, ή σ’ άφκαν αδιέτς;
Πώς σε καλοδέχτηκαν (τι σου πρόσφεραν) εκεί πού πήγες ;
Τι σι καλοσκέρ’σαν ικεί απ’ πήγις; σ’ όβγαλαν τίποτας κανά γκυκό,σ’ όδωσαν κανά ποτήρ’ νερό, ή σ’ άφκαν αδιέτς;
Ευχή για καλή υγεία, να είσαι καλά σαν τα ψηλά βουνά, δηλαδή να είσαι καλά, όπως τα βουνά πού στέκουν όρθια στην θέση τους.
Αϊ πιδάκι’ την ιευκή’μ να’χς! Νά σι καλά σαν τα ψ’λά β’νά.
Έργος, σημείο σε χωράφι που πρέπει κάποιος να σκάψει. Ειρωνική έκφραση για κάποιον πού καμώνεται ότι είναι κουρασμένος απο βαριά εργασία.
Τι μ’ καθέσι φαρδύς πλατύς; απού τι κουράσκις; πού σ’ είχα, στούν έργο; άϊ σήκου κι κάνι καμιά δλειά!
Οι εκδηλώσεις χαράς και ενθουσιασμού χωρίς ιδιαίτερο λόγο.
Δε γλέπ’ς απ’κάνι σα γυφτουχαρές! Λες κι κίρδησαν τίπουτας πουλλά λιφτά.
Το νήμα.
Νάμ λίγου γνέμα μπάκαι σ’πλέξου κανιά καζάκα τώρα απ’ όρχιετι χνιώπορος.
Μαζί, απο κοινού, όλοι μαζί.
Στού δρόμου απ’ θα παϊαίνιτι, νά’στι αντάμα, μη χουρστήτι κι χαθήτι!
Χαρακτηρισμός για κάποιον πού είναι έξυπνος, και είναι σε διαρκή εγρήγορση και επαγρύπνηση όπως ο αστρίτης για το θήραμά του, (είδος οχιάς).
Κι ικεί απ’θα παϊαίν’ς, ατήρα μη σι γιλάσν’ε! Αστρίτ’ς τα μάτια’ς!
Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για κάποιον.
Αι απ’θα μ’πείς ιμένα για αυτόν! Μπάκαι δε ξιέρου τι χαμιένου κρούπ’ είνι!
Το πήλινο σκεύος, πιάτο.
Μάζιψι σι μιά μιριά τα κρούπια, να χουρέσ’νε κι τα κατσαρόλια.
Το σπουργίτι.
Ρίξι κανιά ψύχα καταής νά’ρθνε τα τσόνια να φάν καμιά στάλα κι αυτά τα ιέρμα!