Κατηγορία: Στερεότυπες Ρουμελιώτικες Εκφράσεις & Λέξεις

Δάγκω τη γλώσσα’ς:

Δάγκωσε την γλώσσα σου.

-Λέ να πιθάν’ ου παππούζουμ’;

-Δάγκω τη γλώσσα’ς αρέ απ’ θα πιθάν’ ου παππού’ς.

Του καπίν’σιες:

Το κάπνισες.

Άι καπίνσιε του τσγάρου να φύφγουμι μπακι προυλάβουμι.

Θα σι αφαλουκόψου:

Θα σου κόψω τον αφαλό.

-Τά’ πα ούλα στουν πατέρα’ς χαρτί κι καλαμάρ’!

-Τά’ ιπις; άμα θέλ’ς να σ’ αφαλουκόψου!

Θα σι ξαφτιάσου:

Θα σου κόψω τ’ αυτιά.

Κάτσι καλά ρε κιαρατά μι κάν’ς φασαρία μές του μισμέρ’ γιατί θα  σι ξαφτιάσου.

Θα σ ́ μιτρήσου ιένα ιένα τα παΐδια:

Θα σου σπάσω τα πλευρά ένα ένα.

-Ιγώ θα πάου να πιαίξου μι τα πιδιά κι συ ας λές δε μι νοιάζ’.

-Αμα θες να σ’ μιτρήσου τα παΐδια ιένα ιένα! πάαινε ισύ κι θα δείς τι θα πάθ’ς μιτά.

Θα μ’ χαλάεις την κ’λοιά:

Δεν μου χαλάς την όρεξη, δεν με νοιάζει, αδιαφορώ κάνε ότι νομίζεις.

-Δε θα ρθού μαζί σας στην ταβέρνα, δε μ’ αρέσ’ του ψ’τό.

-Ναι άμα δε ρθείς, κι δι φάς ισύ, θα μ’ χαλάεις την κ’λοιά, ισύ θα χάεις.

Τώρα σού’ ρθαν τα μουσκάρια!

Το κατάλαβες καθυστερημένα.

-Απ’λές μιτάνιουσα απ’ δεν αγουόρασα απού κείνουν ικείνις τς’ κατσίκις, μ’ φένετι ουότ’ ήταν καλύτιρις απ’ αυτές απ’ πήρα.

-Τώρα απ’ σού’ ρθαν τα μουσκάρια του πλάκ’ πιέταξι, τράβα να τουν βρείς αυτόν απ’ ούχι τς’ κατσίκις, μείνι τώρα μ’ αυτές τς’ μπακανιασμένες, κι σαούρα.

Τούν τραβάει απ’ την καπσ’τράνα:

Τον κάνει ότι θέλει, τον σέρνει απ’ την μύτη, τον οδηγεί όπως το άλογο. Καπσ’τράνα. Τα χοντρά λουριά που είναι τοποθετημένα στο κεφάλι του αλόγου για να κρατάνε το καπίστρι του.

Αυτήν ουότ’ θιέλ’ τούν κάν’ αυτόν, κουτάει να πεί τίπουτας; τούν τραβάει απ’ την καπσ’τράνα, ουότ’ θέλ’ αυτήν κάν’, δε λές μπάκι τρώει κι ξύλου απ’ αυτήν!

Κωλαρέντζος:

Χαϊδευτικά τα οπίσθια του μωρού, ή των μικρών παιδιών.

Μη ξαναματαπείς τέτοιες κ’βεντούλες θα στούν κάνου μαύρου τούν κωλαρέντζου’ς απ’ του ξύλου.

 

error: Content is protected !!