Κατηγορία: Ζ

Ζαγάρ’:

Κυνηγόσκυλο, επίσης χαρακτηρισμός για κάποιον πού είναι έξυπνος και αεικίνητος.

Ξιέρ’ς τι ζαγάρ’ είναι αυνού του πιδί; ούλα τα καλαβαίν’.

Ζέχν’:

Βρωμάει.

Αγιέμ’ πώς ζέχν’ς ιτσιά; σύρι να μπανιαρστείς.

Ζλάπ:

Αγρίμι και χαρακτηρισμός για κάποιον που είναι πονηρός.

Ξιέρ’ς τι ζλάπ’ είνι αυφνού τού πιδί; ού θεός να σι φλάει!.

Ζούμπρουξτου:

Σπρώξτο.

Αγιέμ’ αναμέρα! μι ζούμπρουξες ιδωαϊάς κι δε χουράου.

Ζάρκος:

Γυμνός.

Ξιζαρκώ’ς θεουσκωτουμένου!

Ζαλίγκα:

Σλάβικη λέξη. Φόρτωμα στην πλάτη της γυναίκας.

Ζαγκανάω:

Κουνάω ρυθμικά.

Τι ζαγκανάς του τραπιέζ’ ;

error: Content is protected !!