Μακριά.
Πάαινε αλάργα απ του μπλάρ μη σι κλουτσουπατήσ’
Μακριά.
Πάαινε αλάργα απ του μπλάρ μη σι κλουτσουπατήσ’
Ανάποδα.
Γύρνα τ’ απίστομα πιδάκι’μ ιέτ’ς απ’ καθέσαι θα απουμουθείς.
Αμίλητος.
Ακριτους ραϊάς.
Απαντώ.
Κφός είνι αυτός κι δεν απολουϊέται;
Τοποθέτησα.
Απίθουστου ικίας πιδάκι’μ κι θα του μαζιέψου μιτά ιγώ.
Αγάλι αγάλι, απαλά.
Απαγάλια γιέμ! θα τα απστουμήσεις τού κούτσκου.
Απέμεινε.
Δεν ανέμκε σταλιά νερό σ’ λέου, τού ‘πιε ούλου μαναχός’τ.
Απαλά.
Απαλάργα πιδάκι’μ θα τα σπάει’ς ούλα τα αυγά!
Ακριβώς τότε.
Αδετότες ήταν απ’ έχασμι τη γριά.
Τρελλάθηκε.
Η κακομοίρα αλαλιάσκε σαν ιέμαθι ουότ’ σκουτώθκαν τα πιδιατ’ς.