Κατηγορία: Χ

Χαζοπαζαρεύομαι:

Χαζολογάω ασκόπως.

Κατεύφκα κι πήγα στα μαγαζά κι χαζουπαζαρεύκα λίγου μιέχρι να ρθεί του πούλμαν να φύβγου για του χουριό.

Χαζιά:

Χαζή.

Αυτήν είνι χαζιά απ’ καθέσαι κι τς’ μιλάς.

Χαλεύω:

Ψάχνω.

Τι χαλεύ’ς αυτού ισύ;

Χαμπλός:

Χαμηλός.

Είνι πιο χαμπλό το ιένα τού πουδάρ’ απ’ τού τραπέζ’.

Χασ’μούσια:

Σοκολάτες γαριδάκια πατατάκια καραμέλες κτλ.

Φάι λίγου ψουμί πν’να μή σώεις, σ’έρξι ού διάουλους ούλου στα χασ’μούσια.

Χιονόψ’χες:

Νυφάδες χιονιού.

Χιονόψ’χες γλέπου όξου, αϊτι μπάκαι τού στρώσ’ αποβραδύ.

Χλιμάρα:

Κούραση, γκρίνια.

Δε μόφταναν οι θκές’μ οι χλιμάρες ιέχου κι τς θκέ’ς.

Χουναβιά:

Ανήλιαγο μέρος, αφιλόξενο.

Αϊ απ’ θα πάου να μείνου σα αυτήν την χουναβιά!

error: Content is protected !!