Ρούπωσα: Έφαγα πολύ. Τού ρούπουσες ούλου τα ταψί μι τη κουλουκθιουμαμαλίγκα; άϊτι να ιδούμε τι θα φάμι απόψ’ νιστκοί θα κμηθούμι!