Κατηγορία: Ρ

Ρούπωσα:

Έφαγα πολύ.

Τού ρούπουσες ούλου τα ταψί μι τη κουλουκθιουμαμαλίγκα; άϊτι να ιδούμε τι  θα φάμι απόψ’ νιστκοί θα κμηθούμι!

Ρεκάζω:

Φωνάζω δυνατά.

Ρέκαξα απ’ τούν πόνου ιψέ τού βράδ’ άφκεμαι* σ’λέου.

*άφκεμαι, άφησε με.

error: Content is protected !!