Κατηγορία: Λ

Λέσσο, λέσσια:

Ψοφίμι. Χρησιμοποιείται συνήθως για κάποιον που είναι άπλυτος.

Πάεναι κι πλύσ’ σκλοβρουμάς τα ιφτά λέσσια.

Λουρώσω:

Χτυπάω κάποιον με την λούρα (βέργα).

Μη κάν’ς ζουμιές* θα σι λουρώσω.

*Ζουμιές, ζημιές.

error: Content is protected !!