Κατηγορία: Α

Απόπιδο:

Το παιδί που το έχουν αποκληρώσει. Μειωτικά για κάποιον πού είναι παραγκωνισμένος, ή έρχεται πάντα σε δεύτερη μοίρα.

Τι εί(ι)μι ιγώ, απόπιδο κι μ’ άφκαν χουρίς τίπουτας; χουρίς να μ’ δώκ’νε τίπουτας;

Ανέμ’κε:

Απέμεινε.

Αρέ δεν ανέμ’κε τίποτας να φάου!

Αλλ’νούς:

Τούς άλλους.

Ισύ θάρτ’ς μι μένα ή θα πάς μι τς’ αλλ’νούς;

Άφ’κα:

Άφησα.

Πιέθανι ου άντρατ’ς κι την άφ’κι μαναχήτ’ς.

Αστρίτ’ς:

Είδος οχιάς. Μεταφορικά ο έξυπνος και σε εγρύγορση άνθρωπος.

Αστρίτ’ς τα μάτια’τ.

Απόστασα:

Κουράτηκα.

Πιδάκι’μ απόστασα ούλ’ την νμιέρα μι τς’ δλειές, στέκα να ξαπουστάσου μια στάλα.

Ασαλάητος:

Αυτός που δεν ακούει συμβουλές και κάνει του κεφαλιού του.

Τι να τ’ πείς, αφού είνι ντίπ ασαλάητος, άφκτουν κι κάνι τη δλειάς’

 

Απίτγιαγος:

Αχόρταγος.

Αγιέμ απίτγιαγους είσι! πως καταπαίν’ς ιέτ’ς; θα πνιγείς κανιά ουώρα.

Αξούργους:

Αξύριστος.

Πάλαι αξούργους είσι; αϊ σύρι να ξουρσ’τείς.

error: Content is protected !!