Μού έπεσε βαρύ το φαγητό, σα μολύβι.
Ιέφαγα φασουλάδα μι τρψιάνα κι μιά σφήνα τυρί, κι μό πισι μουλύβ’.
Μού έπεσε βαρύ το φαγητό, σα μολύβι.
Ιέφαγα φασουλάδα μι τρψιάνα κι μιά σφήνα τυρί, κι μό πισι μουλύβ’.
Έχεις κάνει την νύχτα μέρα. Όταν αξιοποιείς αντίθετα τον χρόνο σου.
Τί καθέσιε ξύπνιου ούλ’ τη ν(ι)ύχτα πιδάκι’μ; άϊ σιύρε κ’μοίς! πλάς μιέρα κι αγουράειζ ν(ι)ύχτα!
Χέστα κι άστα. Όταν κάτι δεν πάει καλά. Όταν δεν υπάρχει λύση πλέον για κάτι.
Άφκτα πιδάκι’μ, χιέστα κι δ(ι)ερμάτιαστα! Πιέθανι ου πατιέρατ’ς κι πήραν τς’ μαύρις στράτες.
Όταν η ζέστη ειναι αφόρητη και δεν μπορεί να την υποφέρει ούτε κι αυτός πού έχει μεγάλες αντοχές, (ο καλύτερος).
Μην μου αγριεύεις, μην μου σηκώνεις ανάστημα.
Τι να πούμε και τι να εξιστορίσουμε ή μαρτυρήσουμε.
Τι σου χρωστάω;
πές’μ τι θέλου για αυτά τα λιμόνια;
Κατάρα κατά ανθρώπου.
Κατάρα μάνας πρός το παιδί της όταν αυτό την ταλαιπωρεί.
Μούσκεμος απ’ τον ιδρώτα.
Εκανε μια ζιέστα σιήμιρα! μπανιαρίσ’κα κι πάλι πλύμα στα ίδρωτα ιέγεινα.
Ευχή για το πρώτο δόντι μικρού παιδιού που άλλαζε. Το παιδί έπρεπε με δύναμη την ώρα που βασίλευε ο ήλιος να πετάξει το δόντι σε μια στέγη με κεραμύδια και να πεί τρείς φορές.
Νάμ κοκαλένιο νάμ χρυσό!
ή να κοκαλένιο, δος μ’ χρυσό,
ή σ’ δίνω κοκαλένιο να μ’ δώεις σιδερένιο!