Μαζεύκις σα κουβάρ:

Έχεις μαζευτεί σαν κουβάρι.

Μεταφορικά για κάποιον πού έχει μαζευτεί απο το κρύο ή απο σωματικό πόνο.

Τι μαζεύκις σα κουβάρ κι καθέσι στη γουνία λες μπάκι είνι χ’μιώνας; αφού δε κάν’ κρύου;

error: Content is protected !!