Τσάκνου (o):

Κλαρί, και χαρακτηρισμός για  λεπτό άτομο πού είναι σαν κλαρί.

Φάι να ματώει’ς απ’ χς γιέν’ σα τσάκνο!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!