Σγαρλάω:

Σκαλίζω, πειράζω με τα χέρια ή με τα νύχια μια επιφάνεια.

– Τι σγαρλάει ιέτ’ς του παράθυρου;

– Καμιά γάτα θα είϊνι, τράβα πρόγκατην να φύφγ’

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!