Μπακανιάρ’κο:

Αδύνατο καχεκτικό.

Φάι μιά στάλα απ’ όχς γιέν’ σα μπακανιάρ’κου.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!