Κουραντζάς:

Είδος κόρακα. Μεταφορικά για κάποιον που είναι κακοφτιαγμένος ή γρουσούζης.

Γιόμσαν τα χουράφια κουρατζάδια.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!