Γκζάνας:

Κεφάλι καζάνι, αυτός που έχει αγύριστο κεφάλι.

Γαιτί δε μ’ακούς κι κάν’ς τού θκό’ς; γκζάνας σα τουν πατιέρα’ς είσι;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!