Λισγάρ’:

Σκαπτικό γεωργικό εργαλείο που έχει τη μορφή κοφτερού φτυαριού.

Τ’ αλαμάνιασι τού χουράφ’ μι τού λισγάρ’.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!