Ανακατεύω.
Σαν χαρακτηρισμός επίσης για κάποιον που ανακατεύται στα προσωπικά κάποιου.
Είχι διν είχι μας αλαμάνιασι ου κιαρατάς πάλαι.
Ανακατεύω.
Σαν χαρακτηρισμός επίσης για κάποιον που ανακατεύται στα προσωπικά κάποιου.
Είχι διν είχι μας αλαμάνιασι ου κιαρατάς πάλαι.